-15%

The Cretan Grapes

51,32 

Κατόπιν ελέγχου διαθεσιμότητας

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ

An important book for the vineyard and the indigenous varieties of Crete, the first Cretan ampelography, written in the English language.

The Cretan grapevine varieties are presented for the first time, and this books covers a significant gap in the international literature, especially after the successful course of Cretan wines all over the world and the consequent increase interest of foreigners in acquainting these varieties. The introduction provides interesting facts about the history, the organization and structure, the surface area, the production of viticultural products and the contribution of the Cretan vineyard to the formation of the aesthetics of the rural landscape, the economy and culture of Crete. An important part of the Introduction is devoted to the comparative nomenclature and the matching of the names of the varieties, as recorded since the 14th century, to the present varieties.
From the citation of the detailed descriptions of the training and trellis systems of the vineyards, which prevailed from the interwar period and onwards, important information is retrieved on the viticultural practice and the gradual transition from the Cretan traditional vineyard of the period 1920-1950 to the linear vineyards, which, since the 1970s, spread rapidly and were combined with the introduction of foreign, mainly French, grapevine varieties.

The Ampelography of the Cretan varieties follows. The authors clarify from the outset which they consider as Cretan varieties. They state: “… The present study views as Cretan varieties those which have been documented or reported to have been under cultivation at least since the 11th century C.E., regardless of their area of origin. Those include 36+2 indigenous varieties of the Cretan land: Achladi, Akkiki, Akominato, Athiri,Athirimavro (black), Begleri, Dafnato, Dafni, Dermatas, Diminitis, Eftakoilo, Gaidouria, Gemira, Katsano, Kotsifali, Ladikino, Lagorthi, Liatiko, Mantilaria, Melissaki, MoschatoSpinas/Mazas, Mygdali, Petrachladi, Platani, Plyto, Romeiko, Syriki, Tachtas, Thrapsa, Thrapsathiri, Tsardana, Tsilores, Vidiano, Vilana, Voidomatis -The Soultani vine (Crete’s Soultanina), The Razaki grape. For each variety, the following are provided: origin and history, complete ampelographic description, aptitudes and cultivation suitability, quality characters of the grape, must and viticultural products, as well as photographs of the young shoot, mature leaf and bunch. Also, the latest research data from the ampelographic description and molecular methods are presented, regarding the genetic relation of the Cretan varieties, on the one hand in between them and on the other hand, in comparison with other Greek and foreign varieties. The extensive reference to the etymology of the name of each variety does not only have scientific but also literary/folk interest.
The Addendum includes “The Sultani Vine” and “The Razaki grape”, names that dominated Crete for Soultanina and Razaki, two emblematic grapevine varieties that were closely linked with the Cretan viticulturist, as well as a brief but comprehensive reference to the Cretan Malvasia, the famous Cretan wine which reigned in the European wine trade for four centuries, and which, some 700 years after its first production in Crete, still provokes enormous interest to ampelographers, viticulturists, winemakers and historians.


Ένα σημαντικό βιβλίο για τον αμπελώνα και τις γηγενείς ποικιλίες της Κρήτης, η πρώτη κρητική αμπελογραφία, γραμμένη στην αγγλική γλώσσα.

Οι κρητικές ποικιλίες αμπέλου παρουσιάζονται ολοκληρωμένα για πρώτη φορά, και το βιβλίο αυτό έρχεται να καλύψει ένα σημαντικό κενό στη διεθνή βιβλιογραφία, ιδιαίτερα μετά την επιτυχημένη πορεία των κρητικών οίνων σε ολόκληρο τον κόσμο και το συνακόλουθα αυξημένο ενδιαφέρον των ξένων να γνωρίσουν τις ποικιλίες αυτές.
Στην Εισαγωγή δίδονται ενδιαφέροντα στοιχεία για την ιστορία, την οργάνωση και τη δομή, την έκταση, την παραγωγή αμπελουργικών προϊόντων και τη συμβολή του κρητικού αμπελώνα στη διαμόρφωση της αισθητικής του αγροτικού τοπίου, την οικονομία και τον πολιτισμό της Κρήτης. Σημαντικό τμήμα της Εισαγωγής αφιερώνεται στη συγκριτική ονοματολογία και την αντιστοίχιση των ονομάτων των ποικιλιών, όπως καταγράφονται από τον 14ο αιώνα, με τις σημερινές ποικιλίες.
Από την παράθεση των αναλυτικών περιγραφών των συστημάτων μόρφωσης και υποστύλωσης των αμπελώνων, που επικράτησαν από το μεσοπόλεμο και μετά, αντλούνται σημαντικές πληροφορίες για την αμπελοκομική τεχνική και τη σταδιακή μετάβαση από τον κρητικό παραδοσιακό αμπελώνα της περιόδου 1920-1950 στους γραμμικούς αμπελώνες που, από τη δεκαετία του 1970, εξαπλώθηκαν ταχύτατα και συνδυάστηκαν με την εισαγωγή ξενικών, κυρίως γαλλικών ποικιλιών αμπέλου.
Ακολουθεί η Αμπελογραφία των κρητικών ποικιλιών. Οι συγγραφείς διευκρινίζουν εξ αρχής ποιες θεωρούν κρητικές ποικιλίες. Αναφέρουν: “… Στην παρούσα έκδοση ως Κρητικές ποικιλίες θεωρούνται εκείνες για τις οποίες τεκμηριώνεται ή αναφέρεται ότι καλλιεργούνταν στην Κρήτη τουλάχιστον από τον 11ο μ.Χ. αιώνα, ανεξάρτητα της περιοχής προέλευσης τους». Παρουσιάζονται 36+2 κρητικές ποικιλίες αμπέλου: Αθήρι, Αθήρι μαύρο, Ακίκι, Ακομινάτο, Αχλάδι, Βαλαΐτης, Βιδιανό, Βιλάνα, Βοϊδομάτης, Γαϊδουριά, Γέμηρα, Δαφνάτο, Δαφνί, Δερματάς, Διμηνίτης, Εφτάκοιλο, Θράψα, Θραψαθήρι, Κατσανό, Κοτσιφάλι, Λαδικινό, Λαγόρθι, Λιάτικο, Μελισσάκι, Μοσχάτο Σπίνας/Μάζας, Μανδηλαριά, Μυγδάλι, Πετραχλάδι, Πλατάνι, Πλυτό, Ρωμέικο, Συρίκι, Ταχτάς, Τσαρδάνα, Τσιλορές, Σουλτανίνα, Ραζακί. Για κάθε ποικιλία δίδεται η ιστορία και η προέλευσή της, η πλήρης αμπελογραφική περιγραφή, οι καλλιεργητικές ιδιότητες και οι ποιοτικοί χαρακτήρες των σταφυλιών, του γλεύκους και των αμπελουργικών προϊόντων, καθώς και φωτογραφίες της νεαρής βλάστησης, του φύλλου και της σταφυλής. Επίσης παρουσιάζονται τα νεότερα ερευνητικά δεδομένα από τη χρήση των μεθόδων της αμπελογραφικής περιγραφής και των μοριακών δεικτών για τη γενετική συγγένεια των κρητικών ποικιλιών, αφενός μεταξύ τους και αφετέρου με άλλες ελληνικές και ξένες ποικιλίες. Η εκτενής δε αναφορά στην ετυμολόγηση του ονόματος κάθε ποικιλίας έχει όχι μόνο επιστημονικό αλλά και λογοτεχνικό/λαογραφικό ενδιαφέρον.
Στο Παράρτημα, περιλαμβάνονται το “Σουλτανί αμπέλι” και το “Ραζακί σταφύλι”, ονόματα που επικράτησαν στην Κρήτη για τη Σουλτανίνα και το Ραζακί, δύο εμβληματικές ποικιλίες αμπέλου που συνδέθηκαν στενά με τον κρητικό αμπελουργό, καθώς και σύντομη αλλά περιεκτική αναφορά στον Κρητικό Μαλβαζία, τον περίφημο κρητικό οίνο που κυριάρχησε στο ευρωπαϊκό οινεμπόριο για τέσσερις αιώνες και που, 700 περίπου χρόνια μετά την πρώτη παραγωγή του στην Κρήτη, προκαλεί ακόμη τεράστιο ενδιαφέρον σε αμπελογράφους, αμπελουργούς, οινοποιούς, ιστορικούς.